Την αποκάλυψη ότι είναι «ένας ομοφυλόφιλος και ευτυχής ιερέας» έκανε...
ο 43χρονος Πολωνός υψηλόβαθμος κληρικός και θεολόγος Κριστόφ Τσαράμσα, μέλος της Επιτροπής για το Δόγμα της Πίστεως (πρώην Ιεράς Εξέτασης, τους περασμένος αιώνες), δεύτερος γραμματέας της Διεθνούς Θεολογικής Επιτροπής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και καθηγητής στο καθολικό πανεπιστήμιο Γκρεγκοριάνα.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Κορριέρε Ντέλλα Σέρα, δηλώνει ότι γνωρίζει πως θα πληρώσει τις συνέπειες της πράξης του αυτής, «αλλά η Εκκλησία πρέπει να σταματήσει να εθελοτυφλεί και να καταλάβει ότι η λύση που προτείνει στους γκέι πιστούς, η πλήρης αποχή από την ζωή της αγάπης, είναι απάνθρωπη».
Σε σχέση με τους λόγους που τον ώθησαν να προχωρήσει σε αυτήν την αποκάλυψη, o Τσαράμσα εξηγεί ότι «φτάνει η στιγμή κατά την οποία κάτι σπάει μέσα σου, δεν αντέχεις άλλο. Αν ήμουν μόνος θα χανόμουν μέσα στον εφιάλτη της άρνησης της ομοφυλοφιλίας μου, αλλά ο Θεός δεν μας αφήνει ποτέ μόνους. Και πιστεύω ότι με οδήγησε στο να κάνω, τώρα, αυτή την τόσο δυνατή υπαρξιακή επιλογή, δυνατή σε ότι αφορά τις συνέπειές της. Είναι η αναγκαία προϋπόθεση για να ζήσω με συνοχή, διότι έχουμε ήδη αργήσει και δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλα πενήντα χρόνια».
Ο πατέρας Κριστόφ Τσαράμσα δηλώνει, παράλληλα, ότι αποφάσισε να κάνει το βήμα αυτό «για τον εαυτό του, για την Εκκλησία και τις σεξουαλικές μειονότητες» και αναφερόμενος στην στάση της Καθολικής Εκκλησίας απέναντι στην ομοφυλοφιλία, μιλώντας στην Κορριέρε Ντέλλα Σέρα υπογραμμίζει:
«Μέσα στην Εκκλησία δεν γνωρίζουμε την ομοφυλοφιλία, διότι δεν γνωρίζουμε τους ομοφυλόφιλους. Είναι σε κάθε γωνιά, αλλά δεν τους κοιτάξαμε ποτέ στα μάτια, διότι σπανίως επιλέγουν να πουν ποιοί είναι».
Ο πατέρας Τσαράμσα αποκάλυψε ότι έχει μόνιμο σύντροφο, με τον οποίο και φωτογραφήθηκε, και αφιέρωσε το coming out του «σε όλους τους ομοφυλόφιλους ιερείς».
Σχολιάζοντας την συγκριμένη συνέντευξη ο εκπρόσωπος τύπου του Βατικανού, πατέρας Φεντερίκο Λομπάρντι, τόνισε ότι «ο πολωνός αυτός θεολόγος «δεν θα μπορεί να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά του στην Επιτροπή για το Δόγμα της Πίστεως και στα πανεπιστήμια του Βατικανού».
Σύμφωνα με τον Λομπαρντι, τέλος, « η επιλογή μιας τόσο θεαματικής αποκάλυψης, παραμονή της συνόδου της Καθολικής Εκκλησίας, είναι ιδιαίτερα σοβαρή και στερείται αισθήματος ευθύνης, διότι στοχεύει στο να υποβάλει την συνοδική συνέλευση σε μια αθέμιτη πίεση των μέσων μαζικής ενημέρωσης».